Πριν από δύο χρόνια ο Μένης Κουµανταρέας, κάτοικος Κυψέλης, στάθηκε µπροστά στη ∆ηµοτική Αγορά στη Φωκίωνος Νέγρη, είδε µια Αφρικάνα που κρατώντας το µωρό της αγκαλιά µάθαινε το ελληνικό αλφάβητο, και έγραψε ένα άρθρο περί ανθρωπισµού και ισότητας. Από τότε συχνά περνά και στέκεται λίγο µπροστά στην τάξη ελληνικών που έχει εγκατασταθεί ακριβώς επάνω στη Φωκίωνος, και κάθε βράδυ φαίνεται φωτισµένη, όπως φαινόταν παλιότερα η βιτρίνα του µαγαζιού.
Στην Κυψέλη υπήρξαµε τυχεροί µε το πείραµα αυτό, του Ανοιχτού Σχολείου. Η έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης είναι πολύ παρηγορητική σε περιόδους κρίσης και φτώχειας, αλλά δεν υλοποιείται εύκολα. Πώς να βοηθήσεις τον άλλον χωρίς να τον ταπεινώσεις; Χωρίς να αποκτήσεις εξουσία επάνω του; Χωρίς να θέλεις να τον προσηλυτίσεις στη θρησκεία σου, πράγµα για το οποίο είναι ύποπτες όλες οι Εκκλησίες; Τι κερδίζεις εσύ δίνοντας, τι χάνει εκείνος παίρνοντας; Στην πράξη όλα αυτά τα ερωτήµατα δεν βρίσκουν εύκολες απαντήσεις. Γι’ αυτό υπάρχουν άνθρωποι που προτιµούν να πεινάσουν παρά να καταφύγουν σε ανθρωπιστικές προσφορές, κι αυτό σε χώρες µε πολύ οργανωµένη κοινωνική αλληλεγγύη, όχι εδώ που ποτέ δεν θεσµοποιήθηκε αρκετά.
Για να ξαναγυρίσουµε στη ∆ηµοτική Αγορά και στο πείραµά της, πρέπει να πω ότι ο χώρος παίζει καθοριστικό ρόλο. Η Φωκίωνος Νέγρη είναι το καµάρι της περιοχής, ένα ρέµα που δεν µπαζώθηκε, ένας φαρδύς πεζόδροµος που παραµένει γεµάτος ζωντάνια, καφενεία και µαγαζιά, δέντρα και παγκάκια, κόσµο κάθε ηλικίας που κάνει βόλτα. Αληθινή αρτηρία της συνοικίας, η οποία εδώ και τέσσερα χρόνια διαθέτει µια πρόταση ένταξης και αντιµετώπισης των µεταναστών: το Ανοιχτό Σχολείο της Αγοράς. Μια οµάδα εθελοντών που διοργανώνουν δωρεάν µαθήµατα ελληνικής γλώσσας για αρχάριους και προχωρηµένους και δέχονται διαρκώς προτάσεις συµµετοχής, είτε για διδασκαλία είτε για µαθητεία. Το Σχολείο ξεκίνησε πριν από πέντε χρόνια, µε λίγα τµήµατα στην αρχή, και λειτουργεί µε δεκαπέντε έως είκοσι τµήµατα εδώ και τρία χρόνια. Οι δάσκαλοι είναι εθελοντές, κάτοικοι της περιοχής, εκπαιδευτικοί, φιλόλογοι, φοιτητές και φοιτήτριες, δηµοσιογράφοι, οι οποίοι µάλιστα έχουν αρκετά διαφορετικές µεταξύ τους πολιτικές απόψεις. Αλλά η δράση ξεπερνά τις διαφορές. Καλύπτουν µόνοι τους τα έξοδα του Σχολείου και όλες τις υπόλοιπες ανάγκες, καθαριότητα, βάψιµο κ.λπ. Εχουν περάσει πάνω από 500 µετανάστες από τα θρανία του, και πολύ περισσότεροι έµαθαν το ελληνικό αλφάβητο σε ειδικά ταχύρρυθµα µαθήµατα αποκρυπτογράφησης του ελληνικού αλφαβήτου που δηµιουργήθηκαν τα πρώτα χρόνια. Πέρα από τη γλώσσα στους µετανάστες, διδάσκει και στους ντόπιους έναν άλλον τρόπο αντιµετώπισης των µεταναστών και των προβληµάτων ένταξης που αντιµετωπίζουν. Η θέση του Σχολείου πάνω στον κεντρικό πεζόδροµο, το πόσο εύκολα είναι προσβάσιµο, το κάνει µια πολιτική πρόταση και διέξοδο για τους καταπιεσµένους από τον ρατσισµό ντόπιους και ξένους. Εκτός από µαθήµατα, διοργάνωσε βόλτες γνωριµίας της πόλης, επίσκεψη στην Ακρόπολη, στο Αρχαιολογικό Μουσείο, στον Εθνικό Κήπο, στο Πεδίον του Αρεως και στο θέατρο.
Ενα σχολείο λύνει µε τον ίδιο του τον χαρακτήρα τα πρακτικά προβλήµατα της κοινωνικής αλληλεγγύης. ∆εν υπάρχει κίνδυνος να νιώσει ταπεινωµένος κανείς, διότι ο ρόλος του δασκάλου είναι δεδοµένος. Κι αφού ο στόχος είναι συγκεκριµένος και µακρόπνοος, δηµιουργεί θεσµό από µόνος του. Οι µαθητές-µετανάστες δεν µαθαίνουν µόνο, προσφέρουν τη δική τους κουλτούρα σε έναν χώρο που τους αντιµετωπίζει µε αξιοπρέπεια. Στα πέντε αυτά χρόνια εκατοντάδες µετανάστες προσέγγισαν την ελληνική γλώσσα, γραπτή και προφορική, και δεκάδες Ελληνες έµαθαν να εκτιµούν την παρουσία ανθρώπων από διαφορετικούς πολιτισµούς, καθώς και τη δυνατότητα να συνυπάρχουν έστω και σε γειτονιά τόσο πυκνοχτισµένη, όπως η Κυψέλη. Η κλίµακα του πειράµατος είναι µικρή, αλλά ενδεικτική τού αν µπορούν πρακτικά οι πολίτες να βρουν τρόπους να ξεπεράσουν ακόµη και τον δηµόσιο λόγο, ο οποίος είναι πολύ πιο εγκλωβισµένος σε στερεότυπα, να δηµιουργήσουν έργο µε το οποίο συµφωνούν οι πολιτικές και ανθρωπιστικές αντιλήψεις τους.
Η κυρία Αννα Δαμιανίδη είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Για να ξαναγυρίσουµε στη ∆ηµοτική Αγορά και στο πείραµά της, πρέπει να πω ότι ο χώρος παίζει καθοριστικό ρόλο. Η Φωκίωνος Νέγρη είναι το καµάρι της περιοχής, ένα ρέµα που δεν µπαζώθηκε, ένας φαρδύς πεζόδροµος που παραµένει γεµάτος ζωντάνια, καφενεία και µαγαζιά, δέντρα και παγκάκια, κόσµο κάθε ηλικίας που κάνει βόλτα. Αληθινή αρτηρία της συνοικίας, η οποία εδώ και τέσσερα χρόνια διαθέτει µια πρόταση ένταξης και αντιµετώπισης των µεταναστών: το Ανοιχτό Σχολείο της Αγοράς. Μια οµάδα εθελοντών που διοργανώνουν δωρεάν µαθήµατα ελληνικής γλώσσας για αρχάριους και προχωρηµένους και δέχονται διαρκώς προτάσεις συµµετοχής, είτε για διδασκαλία είτε για µαθητεία. Το Σχολείο ξεκίνησε πριν από πέντε χρόνια, µε λίγα τµήµατα στην αρχή, και λειτουργεί µε δεκαπέντε έως είκοσι τµήµατα εδώ και τρία χρόνια. Οι δάσκαλοι είναι εθελοντές, κάτοικοι της περιοχής, εκπαιδευτικοί, φιλόλογοι, φοιτητές και φοιτήτριες, δηµοσιογράφοι, οι οποίοι µάλιστα έχουν αρκετά διαφορετικές µεταξύ τους πολιτικές απόψεις. Αλλά η δράση ξεπερνά τις διαφορές. Καλύπτουν µόνοι τους τα έξοδα του Σχολείου και όλες τις υπόλοιπες ανάγκες, καθαριότητα, βάψιµο κ.λπ. Εχουν περάσει πάνω από 500 µετανάστες από τα θρανία του, και πολύ περισσότεροι έµαθαν το ελληνικό αλφάβητο σε ειδικά ταχύρρυθµα µαθήµατα αποκρυπτογράφησης του ελληνικού αλφαβήτου που δηµιουργήθηκαν τα πρώτα χρόνια. Πέρα από τη γλώσσα στους µετανάστες, διδάσκει και στους ντόπιους έναν άλλον τρόπο αντιµετώπισης των µεταναστών και των προβληµάτων ένταξης που αντιµετωπίζουν. Η θέση του Σχολείου πάνω στον κεντρικό πεζόδροµο, το πόσο εύκολα είναι προσβάσιµο, το κάνει µια πολιτική πρόταση και διέξοδο για τους καταπιεσµένους από τον ρατσισµό ντόπιους και ξένους. Εκτός από µαθήµατα, διοργάνωσε βόλτες γνωριµίας της πόλης, επίσκεψη στην Ακρόπολη, στο Αρχαιολογικό Μουσείο, στον Εθνικό Κήπο, στο Πεδίον του Αρεως και στο θέατρο.
Ενα σχολείο λύνει µε τον ίδιο του τον χαρακτήρα τα πρακτικά προβλήµατα της κοινωνικής αλληλεγγύης. ∆εν υπάρχει κίνδυνος να νιώσει ταπεινωµένος κανείς, διότι ο ρόλος του δασκάλου είναι δεδοµένος. Κι αφού ο στόχος είναι συγκεκριµένος και µακρόπνοος, δηµιουργεί θεσµό από µόνος του. Οι µαθητές-µετανάστες δεν µαθαίνουν µόνο, προσφέρουν τη δική τους κουλτούρα σε έναν χώρο που τους αντιµετωπίζει µε αξιοπρέπεια. Στα πέντε αυτά χρόνια εκατοντάδες µετανάστες προσέγγισαν την ελληνική γλώσσα, γραπτή και προφορική, και δεκάδες Ελληνες έµαθαν να εκτιµούν την παρουσία ανθρώπων από διαφορετικούς πολιτισµούς, καθώς και τη δυνατότητα να συνυπάρχουν έστω και σε γειτονιά τόσο πυκνοχτισµένη, όπως η Κυψέλη. Η κλίµακα του πειράµατος είναι µικρή, αλλά ενδεικτική τού αν µπορούν πρακτικά οι πολίτες να βρουν τρόπους να ξεπεράσουν ακόµη και τον δηµόσιο λόγο, ο οποίος είναι πολύ πιο εγκλωβισµένος σε στερεότυπα, να δηµιουργήσουν έργο µε το οποίο συµφωνούν οι πολιτικές και ανθρωπιστικές αντιλήψεις τους.
Η κυρία Αννα Δαμιανίδη είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.